Τι να ονειρεύονται άραγε το βράδυ οι φαντάροι όταν κοιμούνται; Προσωπικά, εγώ, ένα βράδυ ονειρευόμουν ότι ήμουν αξύριστος, και έτρεχα τελευταία στιγμή να ξυριστώ, λίγο πριν την πρωινή αναφορά! Λένε ότι, όταν κάτι το σκέφτεσαι πριν κοιμηθείς, το βλέπεις και στον ύπνο σου… Ίσως είναι αλήθεια.
Ξέρω σίγουρα πώς νιώθουν, πάντως. Ο στρατός είναι μια πυραμίδα, μια ιεραρχία (όπως λέει και ο λοχαγός μας): ο ανώτερος δίνει διαταγές. Ο κατώτερος, εκτελεί. Πέραν τούτου, δεν υπάρχει τίποτα το ενδιάμεσο. Η διαταγή δίνεται: το how δεν ενδιαφέρει, το πώς θα εκτελεστεί δηλαδή – πρέπει η διαταγή να εκτελεστεί. Δε χωράνε δικαιολογίες, εξηγήσεις, ή οτιδήποτε άλλο.
Και, βέβαια, το ίδιο συμβαίνει όταν πας να ζητήσεις κάτι ή να δώσεις αναφορά. Δε θα σου ζητήσει κανείς να δώσεις εξηγήσεις. Όλοι περιμένουν να δουν εξετελεσμένη την διαταγή που ΄χει δοθεί. Όταν λοιπόν προσπαθείς να δώσεις εξηγήσεις και δε σε αφήνουν, αισθάνεσαι ακόμα περισσότερη την (όποια) πίεση του στρατού.
Οπότε, τι σου μένει; Να συζητήσεις με τους συναδέλφους. Η εικόνα των “πηγαδακιών” στο στρατόπεδο είναι συνηθισμένη. Ο καθένας λέει τον πόνο του στους υπόλοιπους της παρέας του (ιδίως αν το όνομά του είναι στην “κατάσταση τιμωρημένων”…). Κι είναι μεγάλη, αλήθεια, η ανακούφιση που προσφέρει η συνάντηση και συνομιλία με τους άλλους φαντάρους. Νιώθεις πραγματικά ένα μεγάλο βάρος να φεύγει.
Κακά τα ψέματα, πάντως, δεν είναι όλοι οι ανώτεροι ή οι αξιωματικοί “κακοί” και αυστηροί. Εκείνοι που είναι νεαρής ηλικίας (τουτέστιν, μέχρι πριν λίγο καιρό βρίσκονταν στη δική μας τη θέση κι ακόμα εκπαιδεύονταν) είναι σαφώς πιο “μαλακοί” και πιο κοντά στο φαντάρο και στις ανάγκες του, όπως και στις ανάγκες του. Κι αυτό είναι και το μεγαλύτερό τους μειονέκτημα, απέναντι στον όχλο που έχουν να διοικήσουν και να κουμαντάρουν: οι στρατιώτες, αν δουν ότι ο άλλος δεν μπορεί να τους επιβληθεί και ότι τους κάνει τα χατίρια, θα έχουν την ακριβώς αντίθετη συμπεριφορά με αυτή που προσδοκά ο νεαρός αξιωματικός τους: θα αυξήσουν τα κρούσματα απειθαρχίας και αδιαφορίας.
Αυτό είναι το πόρισμα που, προσωπικά, αποκόμισα στην βραχύβια φανταρική ζωή μου (η οποία συνεχίζεται). Ο αξιωματικός οφείλει να επιβάλλεται στους κατωτέρους του – είτε με τις φωνές, είτε με την παρουσία του γενικώς, είτε με το κύρος του. Και να μη νομίσει κανείς ότι αυτό είναι εύκολο. Το κυριότερο παράδειγμα είναι όλοι εκείνοι οι φαντάροι που (σε εβδομαδιαία βάση) ορίζονται ως “δεκανείς υπηρεσίας λόχου” ή “λοχίες υπηρεσίας λόχου”: αυτοί οι φαντάροι έχουν μισό βαθμό παραπάνω εξουσίας από τους απλούς στρατιώτες, και μπορούν να τους διατάξουν και να τους μεταφέρουν τις διαταγές των ανωτέρων τους. Παρατηρώ, λοιπόν, ότι αυτοί οι βοηθοί των ανώτερων, που μέχρι χθες βρίσκονταν μέσα στον όχλο που τώρα (ενίοτε) καλούνται να διατάξουν, δε μπορούν να κάνουν ουσιαστικά καλή δουλειά. Διότι δε μπορούν να επιβληθούν: μιας και δεν πρόκειται για βαθμοφόρους, οι υπόλοιποι φαντάροι τους παρακούν και τους αγνοούν, παρά τις απέλπιδες προσπάθειες και τις φωνές τους…
Το πιο σπουδαίο πρόβλημα του φαντάρου, πάντως, είναι ο χρόνος. Είναι ο διαρκής του αντίπαλος. Πρέπει σε λίγο χρόνο να ΄χει έτοιμα τόσα και τόσα (από τις μπότες του μέχρι το κρεβάτι και το όπλο του), και η δικαιολογία “δεν είχα χρόνο” ποτέ δεν είναι αποδεκτή. Η αλήθεια είναι ότι χρόνος για τον φαντάρο πάντα υπάρχει – απλώς, δεν ξέρει πώς να τον κατανείμει σωστά, και να τα προλαβαίνει όλα…
Μια μέρα περιμέναμε (μια φορά ακόμα μέσα στις πολλές) να εξεταστούμε, όλος ο λόχος, για θέμα υγείας. Όπως περιμέναμε, ένας φαντάρος εθεάθη να σκαλίζει κάτι σε έναν κορμό ενός γιγάντιου ευκάλυπτου, στην αυλή του ιατρείου του στρατοπέδου. Ένας άλλος τον ρώτησε, τι σκαλίζει εκεί, τα αρχικά του, την ημερομηνία, το όνομα κάποιας κοπέλας; Τι;
– Σκαλίζω το όνομα ενός απ΄ τους φίλους μας που πήρε μετάθεση. Ο ίδιος μου το ζήτησε, ήθελε να μείνει εδώ το όνομά του.
Κάποιοι συνεχίζουν να βλέπουν την όμορφη πλευρά των πραγμάτων, και τη ρομαντική…
Ακόμα και μέσα στο χώρο όπου εκτελούμε ένα καθήκον το οποίο δεν θελήσαμε ποτέ να αναλάβουμε και κανείς δε μας ρώτησε…
347 και σήμερα…