Μ’ αρέσει – Δεν μ’ αρέσει (28/8/2022)

Πάει και ο Αύγουστος. Πάει και το καλοκαίρι. Πάμε στο αποχαιρετιστήριο «Μ’ αρέσει – Δεν μ’ αρέσει» του μήνα που μακάρι να ήταν δυο φορές τον χρόνο αλλά αρνείται πεισματικά να το κάνει.

Μ’ αρέσει

Η πρόκριση του Ολυμπιακού στους ομίλους του Γιουρόπα Λιγκ, έστω κι αν ήρθε αγχωτικά, στην «ρουλέτα» των πέναλτι, κόντρα στον αξιόμαχο Απόλλωνα Λεμεσού.

Δεν μ’ αρέσει

Το παρόν που ζούμε.

Το τραγούδι της εβδομάδας:

Σεμπάστιαν Σίντζιλορτζ

Το καλοκαίρι του 2007 ο, νεοφώτιστος τότε στην Super League, Λεβαδειακός έκανε δικό του τον Σεμπάστιαν Σίντζιλορτζ. Ήταν μία αγορά από το… πάνω ράφι!

Εξάλλου, ο Γερμανός αμυντικός μέσος μετρούσε πάνω από εκατό συμμετοχές στην Μπουντεσλίγκα και είχε καλή φήμη. Αναμενόταν, έτσι, να γίνει ο ηγέτης των «πρασίνων» στη μεσαία γραμμή.

Ο «Σέσι» (όπως είναι το προσωνύμιό του) πράγματι πήρε πολύ χρόνο συμμετοχής στο πρωτάθλημα. Χρησιμοποιήθηκε σε 22 αναμετρήσεις κι έβαλε το δικό του λιθαράκι ώστε η ομάδα της Βοιωτίας να κερδίσει την παραμονή της στα «σαλόνια» του ποδοσφαίρου μας.

Δεύτερη συνεχόμενη σεζόν στην Λιβαδειά, όμως, δεν έμεινε, αφού, έναν χρόνο μετά την έλευσή του στην χώρα μας, αποτέλεσε παρελθόν από τον Λεβαδειακό (απογοητευμένος, σύμφωνα με πληροφορίες, από το επίπεδο του ελληνικού ποδοσφαίρου). Αγωνίστηκε και σε ένα ματς Κυπέλλου των «πρασίνων».

Στην Πολωνία γεννήθηκε (το 1979) ο Σεμπάστιαν Σίντζιλορτζ, μα σε μικρή ηλικία μετακόμισε οικογενειακώς στην Γερμανία. Αγωνίστηκε στις Μπόχουμ, Βόλφσμπουργκ και Κολωνία, μετρώντας 196 εμφανίσεις στην Α’ και στην Β’ γερμανική κατηγορία. Φόρεσε ακόμα την φανέλα της νορβηγικής Σταρτ. Το 2009 πανηγύρισε το πρωτάθλημα Γερμανίας με την Βόλφσμπουργκ.  Χρίσθηκε 16 φορές διεθνής με την Εθνική Ελπίδων και μία φορά με την Β’ Εθνική ομάδα των Ανδρών της Γερμανίας. Τώρα δουλεύει στην Μπόχουμ ως αθλητικός διευθυντής, ενώ προηγουμένως την είχε υπηρετήσει και ως βοηθός αθλητικού διευθυντή.

Μ’ αρέσει – Δεν μ’ αρέσει (21/8/2022)

Μ’ αρέσει

Η εμφάνιση κόντρα στον Απόλλωνα Λεμεσού για τα πλέι οφ του Γιουρόπα Λιγκ του νέου μεγάλου ήρωα των φίλων του Ολυμπιακού, Ίνμπομ Χουάνγκ. Εξαιρετικός ο Νοτιοκορεάτης μεσοεπιθετικός, δίκαια χειροκροτήθηκε από το «ερυθρόλευκο» (και όχι μόνο) κοινό. Μακάρι να συνεχίσει έτσι. Α, και οι μεγάλες επιτυχίες των Ελλήνων αθλητών σε διάφορα αθλήματα σε μεγάλα πρωταθλήματα τις προηγούμενες ημέρες (Ντρισμπιώτη, Τεντόγλου, Στεφανίδη, Τζένγκο, Χρήστου, Γκολομέεβ)!

Δεν μ’ αρέσει

Το ότι κάποιος Άντριου Τέιτ, λόγω και έργω μισογύνης, έχει αμέτρητους οπαδούς. Δηλώνει και influencer, τρομάρα του… Πολλοί από τους ακόλουθούς του, μάλιστα, είναι νεαρής ηλικίας.

Το τραγούδι της εβδομάδας:

(Όλη την εβδομάδα μου είχε «κολλήσει» αυτό το τραγούδι, για κάποιον λόγο ανεξήγητο…)

Μάριαν Κέλεμεν

Ένας από τους, ομολογουμένως πάρα πολλούς, ξένους ποδοσφαιριστές που φόρεσαν τα τελευταία χρόνια την φανέλα του Άρη είναι και ο τερματοφύλακας, Μάριαν Κέλεμεν.

Οι «κίτρινοι» απέκτησαν τον Σλοβάκο άσο το καλοκαίρι του 2007 με τριετές συμβόλαιο. Εκείνος, όμως, έμεινε μόνο 1,5 χρόνο στην ομάδα τους και δεν… εντυπωσίασε, ενώ στάθηκε αδύνατο να εκτοπίσει τον Κώστα Χαλκιά και τον Μιχάλη Σηφάκη από την βασική ενδεκάδα την πρώτη και την δεύτερη σεζόν του αντίστοιχα στην Θεσσαλονίκη. Είχε και κάποιους τραυματισμούς που τον πήγαν πιο πίσω.

Συνολικά, είχε 23 συμμετοχές σε όλες τις διοργανώσεις με τον Άρη. Μία εξ αυτών ήταν το απόγευμα της 17ης Μαΐου 2008, όταν ο Άρης αντιμετώπισε τον Ολυμπιακό στον τελικό του Κυπέλλου Ελλάδας, στο «Καυταντζόγλειο»! Παρά τις προσπάθειες εκείνου και των συμπαικτών του, όμως, οι «ερυθρόλευκοι» επικράτησαν με 2-0 και κατέκτησαν το τρόπαιο.

Ο Μάριαν Κέλεμεν γεννήθηκε το 1979 στο Μιχαλόβτσε, που βρίσκεται στα ανατολικά σύνορα της πατρίδας του με την Ουκρανία. Στα πρώτα βήματά του στο χώρο έπαιζε ως… σέντερ φορ, όμως αργότερα μετατοπίστηκε στην θέση του γκολκίπερ όπου και παρέμεινε! Ως επαγγελματίας φόρεσε και τις φανέλες των Σλόβαν Μπρατισλάβας, Μπούρσασπορ, Βέντσπιλς, Τενερίφη, Βεθιντάριο, Νουμάνθια, Σλασκ Βρότσλαβ, Πρίμπραμ, Ζέμπλιν Μιχαλόβτσε και Γιαγκελόνια Μπιαλιστόκ. Κρέμασε τα γάντια του το 2019 και έκτοτε εργάζεται ως ατζέντης ποδοσφαιριστών. Το 2012 κέρδισε το πρωτάθλημα Πολωνίας με την Σλασκ.

Λορέντσο Μπερνάρντι

Το 2001 η Παγκόσμια Ομοσπονδία του βόλεϊ ανακήρυξε τον Αμερικανό Καρτς Κίραλι και τον Ιταλό Λορέντσο Μπερνάρντι ως τους κορυφαίους αθλητές του σπορ για τον 20ό αιώνα, κάνοντας, ασφαλώς, σε αμφότερους μια τεράστια, την πιο μεγάλη μάλλον, τιμή!

Λίγα χρόνια αργότερα, το καλοκαίρι του 2005 συγκεκριμένα, ο ένας εξ αυτών των δύο θρύλων ήλθε να αγωνιστεί στα μέρη μας! Ήταν ο Μπερνάρντι, ο οποίος κατέφθασε στον Πειραιά και υπέγραψε στον, νεόκοπο Κυπελλούχο Ευρώπης τότε, Ολυμπιακό!

«Έχω συνηθίσει να βάζω υψηλούς στόχους στην καριέρα μου και ο Ολυμπιακός μπορεί να καλύψει τις φιλοδοξίες μου ακόμα και για την κατάκτηση του Τσάμπιονς Λιγκ. Είμαι πολύ χαρούμενος που ήρθα σε τόσο σπουδαία ομάδα που έχει μεγάλη ιστορία σε ελληνικό, αλλά και ευρωπαϊκό επίπεδο και μάλιστα όχι μόνο στο βόλεϊ», δήλωνε, μετά τις υπογραφές, ο διεθνής ακραίος και κάτοχος εννέα πρωταθλημάτων, πέντε Κυπέλλων και τριών Σούπερ Καπ Ιταλίας, καθώς και τεσσάρων Κυπέλλων Πρωταθλητριών, δύο Κυπέλλων Κυπελλούχων, δύο Σούπερ Καπ και τεσσάρων Τσάλεντζ Καπ Ευρώπης.

Ο Μπερνάρντι ήταν 37 χρονών πια, αλλά σε κάθε περίπτωση επρόκειτο να είναι μία από τις… ατραξιόν της λίγκας! Έλα, όμως, που η μοίρα τα έφερε έτσι ώστε οι φίλοι των «ερυθρολεύκων» και των υπόλοιπων ομάδων είδαν μονάχα για λίγους μήνες στα γήπεδά μας αυτόν τον σπουδαίο αθλητή.

Στις αρχές Νοεμβρίου, ο Ιταλός αποχώρησε από τον «Θρύλο». Όπως εξήγησε ο ίδιος, αντιμετώπιζε ένα αξεπέραστο προσωπικό (οικογενειακό) πρόβλημα και πρόσθεσε: «Πάντα έπαιζα κοντά στην οικογένειά μου. Ποτέ δεν είχα αντιμετωπίσει αυτό το πρόβλημα. Σκέφτηκα πριν έρθω εδώ μήπως έχω δυσκολίες, αλλά σίγουρα δεν πήγε το μυαλό μου ότι θα έχω τόσο μεγάλο πρόβλημα και δεν θα ήθελα να πάρω κάποιον στο λαιμό μου και σίγουρα τον εαυτό μου».

Πάντως, ο πρόεδρος του Ερασιτέχνη Ολυμπιακού, Λεωνίδας Θεοδωρακάκης, έδωσε τιμητική πλακέτα στον Μπερνάρντι για την προσφορά του, για την οποία ο τελευταίος δεν δίστασε να δηλώσει ότι «το αναμνηστικό που μου έδωσε ο Ολυμπιακός θα είναι ένα από τα πιο σημαντικά μαζί με τα μετάλλιά μου»!

Ο Λορέντσο Μπερνάρντι γεννήθηκε το 1968 και στην 23 ετών λαμπρή καριέρα του έπαιξε, εκτός από τον Ολυμπιακό, στις ιταλικές Σίσλεϊ Τρεβίζο (12 χρόνια, 1990-2002!), Ματσεράτα, Τρέντο, Πάντοβα, Μόντενα, Τρεντίνο, Βερόνα, Μοντικιάρι και στην Αλ Ραγιάν του Κατάρ. Σε εθνικό επίπεδο, επίσης σάρωσε τους τίτλους, καθώς πήρε δύο παγκόσμια και τρία ευρωπαϊκά πρωταθλήματα, ένα παγκόσμιο Κύπελλο, το αργυρό μετάλλιο στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1996, καθώς και πέντε Γουορλντ Λιγκ. Ακόμη, τιμήθηκε και με αρκετές ατομικές διακρίσεις. «Έγραψε» 306 συμμετοχές στην «σκουάντρα ατζούρα».

Το 2007 αποσύρθηκε από την ενεργό δράση και αμέσως έγινε προπονητής, καταφέρνοντας και με αυτήν την ιδιότητα να βάλει τρόπαια στο παλμαρέ του! Αυτήν την στιγμή καθοδηγεί την Πιατσέντσα, πόστο που κατέχει από το 2020. Παλαιότερα δούλεψε σε Ανάουνε, Β’ Εθνική ομάδα Ιταλίας, Πάντοβα, Γιαστρέμπσκι Πολωνίας, Χάλκμπανκ Τουρκίας και Περούτζια. Έχει κάνει δικά του ως τεχνικός ένα πρωτάθλημα, δύο Κύπελλα και ένα Σούπερ Καπ Ιταλίας, ένα πρωτάθλημα, δύο Σούπερ Καπ κι ένα Κύπελλο Τουρκίας.

Αυτό το όνειρο

Βλέπω ένα όνειρο το οποίο μου προκαλεί ένα πολύ άσχημο συναίσθημα. Θα έλεγα, μετά από πολλές προσπάθειες να ονοματίσω και να ορίσω αυτήν την κατάσταση, ότι με αγχώνει.

Δεν είμαι τρομαγμένος, ούτε ξυπνάω και πετάγομαι παίρνοντας, κάθιδρος και αλλόφρων, βαθιές ανάσες όπως αυτοί που βλέπουν φρικτούς εφιάλτες στις ταινίες. Με αγχώνει. Μου βυθίζει μία μεγάλη ανώμαλη πέτρα βαθιά μέσα στο στήθος και την αφήνει εκεί. Είναι τόσο βαριά, που νιώθω το βάρος της ακόμα και όταν έχω ξυπνήσει ενώ θυμάμαι με ζωηρές λεπτομέρειες και το όνειρο (και συνήθως, λένε, τα όνειρά μας δεν τα θυμόμαστε).

Αυτό το όνειρο δεν το βλέπω συνεχόμενες μέρες αλλά ανά τακτά χρονικά διαστήματα, όταν και επιστρέφει για να με ταράξει γι’ άλλη μια φορά.

Ποιο είναι, δε, το χειρότερο; Δεν ξέρω τι συμβολίζει. Τα παλιά χρόνια οι άνθρωποι μάντευαν τα μελλούμενα ή έπαιρναν σημαντικές αποφάσεις για τις ζωές τους στον ξύπνιο τους αφού πρώτα είχαν ερμηνεύσει όσα είχαν δει στον ταραχώδη ύπνο τους (όσα θυμούνταν, τέλος πάντων). Στην δική μου περίπτωση δεν καταλαβαίνω τι σημαίνουν όλα αυτά που βλέπω και για ποιον λόγο τα βλέπω.

Στο όνειρο αυτό βρίσκομαι μέσα σε ένα μεγάλο κτίριο που είναι άλλοτε μια παλιά, αραχνιασμένη πολυκατοικία κι άλλοτε κάτι σαν εργοστάσιο με φλόγες, αλυσίδες που κρέμονται και σπινθήρες, περνάω από δωμάτιο σε δωμάτιο, ανεβαίνω από σκάλα σε σκάλα και από όροφο σε όροφο, σκαρφαλώνω στους σωλήνες του εξαερισμού και στις μικρές εσωτερικές σκάλες που συνδέουν τους ορόφους, ένα ασανσέρ πουθενά, προσπερνάω τους ανθρώπους χωρίς να βλέπω καν τα πρόσωπά τους (ή μήπως είμαι ολομόναχος στο κτίριο; Δεν το θυμάμαι αυτό καλά), φτάνω στην κορυφή του κτιρίου ή στο υπόγειό του και από εκεί μπαίνω σε ένα άλλο κτίριο και συνεχίζω την ανάβαση ή την κατάβαση και μετά περνάω σε ένα καινούργιο κτίριο και ούτω καθεξής μέχρι να ανοίξω τα μάτια μου με ένα περίεργο πλάκωμα στο στήθος.

Πρέπει να ξεφύγω από αυτό που με κυνηγάει. Γι’ αυτό τρέχω στο όνειρο, κοιτώντας πάντα πίσω ή κάτω μου, αναλόγως. Αυτό που με κυνηγάει δεν το βλέπω, δεν το ακούω, δεν ξέρω τι είναι, δεν ξέρω πώς μοιάζει, αλλά το νιώθω, ή μάλλον, πιο σωστά, το ξέρω ότι είναι εκεί και τρέχει από πίσω μου για να με πιάσει και να μου κάνει κακό (είμαι βέβαιος και γι’ αυτό).

Τι μου συμβαίνει λοιπόν, γιατρέ μου; Έχουν πει ότι αυτός είναι ένας εφιάλτης που τον έχει δει ή τον βλέπει πολύς κόσμος. Λίγη σημασία έχει αν κερδίζει σε πρωτοτυπία. Αυτό που με ενδιαφέρει είναι τι σημαίνει. Το βλέπω που το βλέπω και με αγχώνει και με ψυχοπλακώνει, ας ήξερα τουλάχιστον τι θέλει να μου πει. Θα ήταν μια ανακούφιση (ίσως να σταματούσα και να το βλέπω αν το ερμήνευα επιτέλους).

Στους ονειροκρίτες δεν πίστευα ποτέ κι ούτε θ’ αρχίσω τώρα στα γεράματα. Για την ερμηνεία του ονείρου μου θα προτιμήσω κάτι πιο επιστημονικό. Είχα κάποτε διαβάσει ότι στον ύπνο μας «παίζει» ξανά η καθημερινή μας ζωή και όσα μας συμβαίνουν, όσα ακούσαμε, όσα νιώσαμε, όσα σκεφτήκαμε, αν και στο όνειρο όλα μοιάζουν λίγο περισσότερο με ταινία (κι έχω δει και όνειρα που έμοιαζαν με ταινίες κανονικότατα).

Οπότε, μάλλον εκεί είναι η ερμηνεία. Μάλλον θα πρέπει να κοιτάξω το πώς είναι η ζωή μου και ο εαυτός μου και να βρω τι στην ευχή είναι αυτό που στην πραγματικότητα με κυνηγάει και να του ξεφύγω (ή μήπως να το αφήσω να με πιάσει;) για να σταματήσει αυτό το όνειρο το τρελό (και σίγουρα όχι απατηλό, έχω την εντύπωση).

Ή, πάλι, μήπως η λύση να είναι στο να σταματήσω να τρώω πολύ για βράδυ για να έχω έναν ήρεμο, ήσυχο ύπνο;

Δεν ξέρω. Πάω να κοιμηθώ.

Μ’ αρέσει – Δεν μ’ αρέσει (7-8-2022)

Μ’ αρέσει

Το ραδιόφωνο.

Δεν μ’ αρέσει

Το ότι στην διάρκεια κάθε εβδομάδας σκέφτομαι και βρίσκω πάρα πολλά «Μ’ αρέσει» και άλλα τόσα «Δεν μ’ αρέσει» για να αναφέρω στο εκάστοτε άρθρο τούτης ‘δω της στήλης αλλά, επειδή δεν τα σημειώνω ποτέ, τα ξεχνάω! Ουκ γραφέως σοφού!

Το τραγούδι της εβδομάδας:

Βιορέλ Φρούνζα

Οποιαδήποτε λίστα με τις χειρότερες μεταγραφές που έχει κάνει ποτέ ο ΠΑΟΚ η οποία δεν περιλαμβάνει τον Βιορέλ Φρούνζα είναι μία λίστα… λειψή!

Τον Ιανουάριο του 2008 ο «Δικέφαλος του Βορρά» έψαχνε επιθετικό για να «γεμίσει» την γραμμή κρούσης του και απέκτησε, με δανεισμό από την ρουμανική Κλουζ, τον διεθνή Μολδαβό άσο. Αυτός είχε την φήμη του γκολτζή αλλά και την εκτίμηση του ίδιου του τότε προπονητή της Εθνικής Ελλάδας, του ενός και μοναδικού Ότο Ρεχάγκελ!

Μόλις λίγους μήνες πριν, το καλοκαίρι του 2007, το ελληνικό φίλαθλο κοινό είχε πάρει μια γεύση των ικανοτήτων του παίκτη όταν εκείνος, παίζοντας με τα χρώματά της Εθνικής του κόντρα στην Ελλάδα για τα προκριματικά του Euro 2008, ισοφάρισε σε 1-1 την «γαλανόλευκη» στο 80ό λεπτό της αναμέτρησης στέλνοντας τις καρδιές των Ελλώνων ένα ταξίδι ως την… Κούλουρη, προτού στις καθυστερήσεις ο Νίκος Λυμπερόπουλος κάνει το 2-1 και δώσει τους τρεις βαθμούς στο αντιπροσωπευτικό μας συγκρότημα!

Έχοντας, λοιπόν, αποσπάσει και τα θετικά σχόλια του «Ρεχακλή» ο Φρούνζα κατέφθασε στην Θεσσαλονίκη έτοιμος να «ματώσει» τα αντίπαλα δίχτυα. Τέσσερις μήνες μετά, εντελώς αθόρυβα, ο ποδοσφαιριστής αποτέλεσε παρελθόν χωρίς να έχει σκοράρει ούτε ένα γκολ στις μονάχα τέσσερις φορές που χρησιμοποιήθηκε στο πρωτάθλημα της Α’ Εθνικής από τον προπονητή των «μελανόλευκων», Φερνάντο Σάντος… Ο ορισμός του «πέρασε και δεν ακούμπησε»!

Ο, γεννημένος το 1979 στην πρωτεύουσα της Μολδαβίας Κισινάου, Βιορέλ Φρούνζα στην διάρκεια της καριέρας του ήταν ένας… γυρολόγος, που έκανε ένα μεγάλο ταξίδι στις χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης! Σε αντίθεση με τον ΠΑΟΚ, πάντως, στους περισσότερους από τους υπόλοιπους συλλόγους του βρήκε αρκετές φορές τον δρόμο προς το γκολ.

Αγωνίστηκε στις Άγκρο (Μολδαβίας), Ζίμπρου (Μολδαβίας), Βασλούι (Ρουμανίας), Ντάτσια Κισινάου (Ρουμανίας), Κλουζ (Ρουμανίας), Τσεαλούλ (Ρουμανίας), Σπάρτακ Ναλτσίκ (Ρωσίας), Πολιτέκνικα Ιασίου (Ρουμανίας), Ατιράου (Καζακστάν), Νεμάν Γκρόντνο (Λευκορωσίας), Σάχτερ Καραγκάντι (Καζακστάν), Βέρις Κισινάου (Μολδαβίας) και κρέμασε τα παπούτσια του πίσω στην Ντάτσια το 2015. Ακολούθως ξεκίνησε καριέρα προπονητή – μέχρι σήμερα έχει δουλέψει σε Ακαντέμια Κισινάου, Ντάτσια Κισινάου, Ντιναμό Ότο, Στίντσα Μιροσλάβα, Βέντσπιλς και Μπάλτσι.