Αύριο είναι η 25η Μαρτίου. Τιμώντας πιστά το πνεύμα της φανφάρας και της μεγαλοστομίας, η Πολιτεία θα τιμήσει και πάλι τους ήρωες του ’21, την Επανάσταση, κλπ – προσωπική μου άποψη, το λεξιλόγιο που χρησιμοποιείται συνήθως σε τέτοιες περιστάσεις, αλλά και η προσέγγιση του όλου θέματος, δεν διαφέρει και πολύ από τις παιδικές γιορτές που σκαρώναμε (ή, μάλλον, που μας ανάγκαζαν να συμμετάσχουμε) στο Δημοτικό, το Γυμνάσιο, στο σχολείο γενικότερα.
Ολοένα και περισσότεροι Έλληνες διαβάζουν και μαθαίνουν και κρίνουν, θέλω να πιστεύω, όσο περνούν τα χρόνια. Και, θεωρώ, έχουν μάθει πολλά πράγματα που κρύβονται επιμελώς τόσα χρόνια, διότι δε μας συμφέρει να βγαίνουν προς τα έξω (ρόλος των Μεγάλων Δυνάμεων, ρόλος των παπάδων στην Επανάσταση, αληθινές συνθήκες και λεπτομέρειες γύρω από τα πρόσωπα και τις καταστάσεις της Επανάστασης). Και τόσα χρόνια πραγματικά έχει γίνει μεγάλη προσπάθεια από τους εκάστοτε κυβερνώντες να περάσει στο λαό μια εικόνα για την Επανάσταση που “βολεύει”.
Μέρος αυτής της εικόνας είναι, βέβαια, και τα μεγάλα λόγια, τα ηρωικά και εθνικοπατριωτικά, που ακούμε κάθε χρόνο. Δε γελάω όταν τα ακούω, απλώς στενοχωριέμαι. Πέρα από όλα αυτά, όμως, όπως και να έγιναν τα πράγματα και ό,τι λεπτομέρειες και να κρύβονται από πίσω, δε μπορεί, έλεγα πάντα, κάτι απ΄ όλα όσα ακούμε και μας λένε θα είναι αλήθεια. Θα είναι ακριβώς έτσι όπως μας το περιγράφουν, έστω και στα πομπώδη λόγια τους. Δε θα είναι ωραιοποιημένο – θα είναι όντως έτσι.
Κι αυτό είναι ο ηρωισμός.
Αιώνες πριν το ’21, κάποιοι άλλοι Έλληνες αντιμετώπισαν έναν άλλο κατακτητή, λίγοι ενάντια στους πολλούς, χάνοντας τη μάχη και κερδίζοντας την αιώνια φήμη στο ρυάκι του χρόνου – οι Σπαρτιάτες του Λεωνίδα. Κι εκεί από πίσω κρύβονται πολλά – ό,τι και να ΄γινε, όμως, θέλει ηρωισμό για να το κάνεις αυτό.
Πολλούς αιώνες μετά τις Θερμοπύλες και λίγους αιώνες πριν το ’21, λίγοι Έλληνες πάλι στάθηκαν μπροστά στις μυριάδες στρατό του κατακτητή. “Την πόλιν σοι δούναι ουκ εμόν εστί – πάντες αυτοπροαιρέτως αποθανούμεν και ου φεισόμεθα της ζωής ημών” – “δεν είναι δικό μου θέμα να σου παραδώσω την πόλη – όλοι μας θα πεθάνουμε με δική μας θέληση και δε θα λογαριάσουμε τη ζωή μας“: αυτό απάντησε ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος στον Μωάμεθ τον Πορθητή, όταν ο δεύτερος του ζήτησε να παραδώσει την πολιορκημένη Κωνσταντινούπολη (λίγο πριν το τελικό “Εάλω η πόλις!“). Ό,τι και να παίχτηκε τότε “πίσω απ΄ τις γραμμές”, θέλει κι εκεί μεγάλη δόση ηρωισμού και αυτοθυσίας για να πεις και να κάνεις κάτι τέτοιο.
Κατά τη διάρκεια του ’21, όταν οι χιλιάδες στρατιώτες της Αιγύπτου (σύμμαχοι των Οθωμανών) διέλυαν τα πάντα στο πέρασμά τους υπό την αρχηγία του Ιμπραήμ, ο στρατηγός Μακρυγιάννης με 200 άντρες στάθηκε απέναντί τους στην τοποθεσία Μύλοι, στην Πελοπόννησο. Κι όταν τον ρώτησε ο Γάλλος ναύαρχος Δεριγνύ, τι κάνει εκεί (είναι αδύναμες οι θέσεις, δε θα νικούσαν με τίποτα), ο Μακρυγιάννης απάντησε: “Κι αν είμαστε ολίγοι στο πλήθος του Μπραϊμη, παρηγοριόμαστε μ’ έναν τρόπο. Ότι η τύχη μάς έχει εμάς τους Έλληνες πάντοτε ολίγους. Ότι αρχή και τέλος, παλαιόθε και έως τώρα, όλα τα θερία πολεμούν να μας φάνε και δεν μπορούνε. Τρώνε από μας και μένει και μαγιά. Και οι ολίγοι αποφασίζουν να πεθάνουν. Και όταν κάνουν αυτήνη την απόφαση, λίγες φορές χάνουν και πολλές κερδαίνουν“. Κι έμεινε εκεί και πολέμησε. Και ξαναλέω, ό,τι και να παίχτηκε πίσω από αυτή την απόφαση, θέλει ηρωισμό για να το πεις και να το κάνεις αυτό.
Και, φτάνοντας πιο κοντά μας, πάλι λίγοι ενάντια στους πολλούς ήταν και οι Έλληνες το ’40, όταν έφευγαν να πολεμήσουν τις ορδές των Ιταλών φασιστών. Κι εκεί η Ιστορία έγραψε ότι πολλά κρύβονταν πίσω απ΄ το μεγάλο “ΟΧΙ” (και σαφώς περισσότερα απ΄ όσα πάλι λέμε στις εθνικές μας επετείους, όταν τιμούμε τους ήρωες εκείνου του πολέμου). Θέλει όμως, επαναλαμβάνω, ηρωισμό για να βγεις να πολεμήσεις και να αντισταθείς. Και οι Άγγλοι, τότε, έλεγαν, οι Έλληνες δεν πολεμούν σαν ήρωες: οι ήρωες πολεμούν σαν Έλληνες…
Αυτό πιστεύω ότι είναι το μόνο αληθινό και αυτούσιο απ΄ όσα ακούμε κάθε χρόνο στις πολυλογάδικες και φανφαρολόγες γιορτές της Πολιτείας, των σχολείων, κλπ: ο ηρωισμός. Η μαγιά, που έλεγε και ο Μακρυγιάννης. Ή, μήπως, η μαγ(κ)ιά; Γιατί θέλει να ‘σαι μάγκας για να σταθείς μπροστά στα χιλιάδες βέλη, τα τανκς, τα βόλια του κατακτητή, κόντρα στη λογική, κόντρα και στις επιταγές των συμφερόντων βέβαια, και να πολεμήσεις.
Πείτε με ότι θέλετε (όχι, δε με έκανε ελληνολάτρη ο στρατός, μην ανησυχείτε! Τουλάχιστον, όχι περισσότερο ελληνολάτρη απ΄ όσο ήμουν..), αλλά το πιστεύω: μόνο Έλληνες θα μπορούσαν να ΄χαν πει και να ΄χαν κάνει τα παραπάνω. Γιατί έχουν αυτή την ξεχωριστή μαγ(κ)ιά, που την βλέπεις ακόμα και τώρα που ΄χει πια ξεθωριάσει με την επέλαση του νεο-ελληνισμού, της άλλης μαγκιάς, της ψεύτικης, της νέας μας ζωής. Ο Έλληνας δεν έχει χάσει αυτή τη μαγεία της φυλής του, και προκόβει, και αντιστέκεται, και πολεμά, και θριαμβεύει, και επιμένει. Και μένει πάντα η μαγιά που έλεγε ο Μακρυγιάννης, με το λαό μας να συνεχίζει να προκόβει και να προσφέρει στην οικουμένη, στα ασήμαντα και στα σημαντικά!
Ζήτω η Ελλάδα, και κάθε τι μοναχικό στον κόσμο αυτό, που έλεγε κι ο Διονύσης Σαββόπουλος.
Κι άλλωστε, ακόμα και ο “εθνικός μας χορός”, το ζεϊμπέκικο, είναι ένας βαθιά μοναχικός χορός. Και μάγκικος, βέβαια!!!